11 Φεβρουαρίου 2021

Η ακαδημαϊκή ελευθερία στο στόχαστρο των μεταρρυθμίσεων

Θοδωρής Καρυώτης
Πρώτη δημοσίευση στο Αυτολεξεί


Πριν από τη νεοφιλελεύθερη μεταρρύθμισή του, που ξεκίνησε διεθνώς τη δεκαετία του ’70, ο θεσμός του πανεπιστημίου είχε μείνει ουσιαστικά απαράλλακτος για πολλούς αιώνες. Οι ρίζες του είναι στον Μεσαίωνα, όταν πάπες και πρίγκηπες εκχωρούσαν αυξημένη διοικητική αυτοτέλεια στα ακαδημαϊκά ιδρύματα, με αντάλλαγμα βέβαια αυτά να προετοιμάζουν τις στρατιές από διαχειριστές και γραφειοκράτες που θα συντηρούσαν όλο το κυβερνητικό τους οικοδόμημα, και αργότερα θα στελέχωναν τις αποικιοκρατικές τους εξορμήσεις. Ωστόσο, το σύγχρονο πανεπιστήμιο γεννιέται όταν, με την επικράτηση του αναγεννησιακού ανθρωπισμού, το ακαδημαϊκό ιδανικό δεν είναι πλέον η τεχνική εξειδίκευση, αλλά η ολόπλευρη ηθική, αισθητική και διανοητική καλλιέργεια του ανθρώπου.

Μέρος της παρακαταθήκης αυτής είναι η ιδέα της ακαδημαϊκής ελευθερίας, η αντίληψη, δηλαδή, ότι ο ακαδημαϊκός χώρος δεν μπορεί ποτέ να υπαχθεί πλήρως στη διαχειριστική λογική του κράτους ούτε την κερδοσκοπική λογική της αγοράς, αλλά διέπεται από την αυταξία της γνώσης (καθόλου φουκωικό, ξέρω) και την πρωτοκαθεδρία της επιστημονικής μεθόδου.

Όλα αυτά βέβαια πάντα ήταν σχετικά˙ δεν επιχειρηματολογώ εδώ ότι το πανεπιστήμιο υπήρξε αμέτοχο στις καταστροφές και τα θαύματα με τα οποία o καπιταλισμός δημιούργησε τη νεωτερικότητα όπως την ξέρουμε –κάθε άλλο– αλλά ότι με μια σειρά από ρυθμίσεις εξασφάλισε ασυλία στην ελεύθερη σκέψη και γνώμη, και έτσι αποτέλεσε, μεταξύ άλλων, σημαντική εστία αυτονομίας σε όλη την ιστορία του. Πολλά κινήματα μεταρρύθμισης, αμφισβήτησης ή ανατροπής ξεκίνησαν από τον ακαδημαϊκό χώρο ή συνδέθηκαν με αυτόν, και εκτός από την τεχνικοεπιστημονική γνώση –που υπήρξε καίρια για την επέκταση και εμβάθυνση του καπιταλισμού– τα πανεπιστήμια πάντα παρήγαν και αντισώματα στον ολοκληρωτισμό, με τη μορφή του αναστοχασμού και της κριτικής. Ανάμεσα στις ρυθμίσεις που εξασφάλιζαν τα παραπάνω είναι ο θεσμός της μονιμότητας των καθηγητών (tenure), που προστατεύει την ελεύθερη έκφραση των ακαδημαϊκών, αποσυνδέοντας την εργασιακή τους ασφάλεια από την πολιτική συγκυρία, ο θεσμός της αυτοκυβέρνησης, δηλαδή της ευρείας συμμετοχής όλης της ακαδημαϊκής κοινότητας στα διοικητικά όργανα, και τέλος το πανεπιστημιακό άσυλο, αφού ιστορικά οι πανεπιστημιακοί χώροι πουθενά δεν ήταν πλήρως στη δικαιοδοσία της αστυνομίας, ώστε να προστατεύεται η ελεύθερη έκφραση από την αυθαιρεσία της εκάστοτε κυβέρνησης.

Είναι ακριβώς αυτές οι ρυθμίσεις που μπήκαν στο στόχαστρο των νεοφιλελεύθερων μεταρρυθμίσεων που ξεκίνησαν τη δεκαετία του ’70, ως άμεση απάντηση στις φοιτητικές εξεγέρσεις της προηγούμενης δεκαετίας. Οι μεταρρυθμίσεις δεν είχαν ως στόχο μόνο να εμπορευματοποιήσουν την παιδεία, αλλά αφενός να πλήξουν απευθείας τη δυνατότητα αυτόνομης σκέψης και κριτικής στα ανώτατα εκπαιδευτικά ιδρύματα εισάγοντας ιδιωτικοοικονομικά κριτήρια στην ακαδημαϊκή παραγωγή, και αφετέρου να πειθαρχήσουν τον πληθυσμό, αφού μέσω του φοιτητικού χρέους εξασφαλίζεται ότι τα υποψήφια μέλη της μεσαίας τάξης θα μείνουν εφ’ όρου ζωής χρεωμένα, άρα και πειθήνια.

Σε όποιες χώρες οι μεταρρυθμίσεις αυτές έχουν προχωρήσει, το πανεπιστήμιο χάνει σταδιακά την αναγεννησιακή αποστολή της ολόπλευρης καλλιέργειας του ανθρώπου, και ξαναποκτά τον μεσαιωνικό του χαρακτήρα, γίνεται δηλαδή κατά βάση χώρος παραγωγής εξειδικευμένου εργατικού δυναμικού και στελεχών για τις επιχειρήσεις και τη διοίκηση. Με τη ρητή σύνδεση πανεπιστημίου και αγοράς, τα τμήματα που εν δυνάμει παράγουν κριτική σκέψη κλείνουν και συγχωνεύονται το ένα μετά το άλλο, ενώ γενικεύεται ο ανταγωνισμός για τους διαρκώς μειούμενους πόρους, και το διδακτικό και ερευνητικό προσωπικό όλο και περισσότερο διαβιώνει σε συνθήκες επισφάλειας.

Το ελληνικό πανεπιστήμιο αποτελεί παράδοξο, αφού –έστω με τα πολλά προβλήματα του και τη χρόνια υποχρηματοδότηση– συνεχίζει να επιτρέπει ή έστω να ανέχεται την κριτική σκέψη στο εσωτερικό του, όχι μόνο των ακαδημαϊκών και των φοιτητών/τριών, αλλά και ευρύτερων κομματιών της κοινωνίας. Είτε λόγω ιστορικής συγκυρίας –κατά βάση λόγω του ρόλου του πανεπιστημίου στην (έστω κουτσή) αποκατάσταση της Δημοκρατίας– είτε λόγω ενεργής αντίστασης –θυμηθείτε το φοιτητικό κίνημα της δεκαετίας του 2000– υπάρχει διαχρονικά στο εσωτερικό του μια ευρεία συναίνεση ενάντια στη νεοφιλελεύθερη μεταρρύθμιση και στον περιορισμό της ακαδημαϊκής ελευθερίας.

Αυτή τη συναίνεση προσπαθεί ενεργά εδώ και χρόνια να υποσκάψει ο νεοφιλελεύθερος αυταρχισμός και τα ελεγχόμενα ΜΜΕ, με τη συντονισμένη καμπάνια συκοφάντησης των πανεπιστημιακών και των φοιτητών και την φιλολογία περί ανομίας και ναρκωτικών. Η θεσμοθέτηση της «Ομάδας Προστασίας Πανεπιστημιακών Ιδρυμάτων» είναι το επιστέγασμα μιας συστηματικής απόπειρας υποβάθμισης και ελέγχου των πανεπιστημίων, τα οποία αποτελούν διαχρονικά δημοκρατικό ανάχωμα στα σχέδια του συντηρητικού κατεστημένου. Το νέο νομοσχέδιο αποσκοπεί στην ποινικοποιηση των φοιτητικών και κοινωνικών κινημάτων που δραστηριοποιούνται στον χώρο του πανεπιστημίου, στην εντατικοποίηση της ακαδημαϊκής διαδικασίας και στην υπαγωγή της στις επιταγές της αγοράς, υποβαθμίζοντας έτσι την κοινωνική διάσταση της ανώτατης εκπαίδευσης και υποβιβάζοντας το πανεπιστήμιο σε απλό «προθάλαμο» της εργασιακής ζωής, επιφορτισμένο με την παραγωγή εξειδικευμένου και πειθαρχημένου προσωπικού.

Η υποτιθέμενη ανομία είναι το πρόσχημα. Στο στόχαστρο των μεταρρυθμίσεων βρίσκεται η ακαδημαϊκή ελευθερία και η κριτική σκέψη, που δεν έχουν χώρο στο όραμα που ο νεοφιλελεύθερος αυταρχισμός έχει για την ελληνική κοινωνία: μια κοινωνία εξατομικευμένη, παραδομένη εκ περιτροπής στην εθνικιστική έπαρση και την αήθη «αριστεία», μια κοινωνία της οποίας έχουν πλέον καμφθεί οι αντιστάσεις και είναι έρμαιο των πολιτικών υφαρπαγής και εκμετάλλευσης.